Στη ενότητα ΠΟΥ ΠΑΙΖΕΤΑΙ θα βρείτε πληροφορίες σχετικά με τις προβολές της ταινίας Βάρδια (Dogwatch) στην τηλεόραση και τους κινηματογράφους σε όλη την Ελλάδα. Περιλαμβάνει ημέρες και ώρες προβολών, το τηλεοπτικό κανάλι ή τους κινηματογράφους καθώς και τις ειδικές εκδηλώσεις που σχετίζονται με τη συγκεκριμένη ταινία.
- Ηθοποιοί : Εμφανίζονται οι: Γιώργος Βόσινας, Κωνσταντίνος Κυτίδης, Βίκτωρ Ρέντης
- Σκηνοθεσία : Γρηγόρης Ρέντης
- Σενάριο : Γρηγόρης Ρέντης
ΕΠΙΣΚΟΠΗΣΗ:
Για περισσότερο από μία δεκαετία, τα πλοία που διασχίζουν την επικίνδυνη ζώνη ανοιχτά της Σομαλίας προσλαμβάνουν μισθοφόρους για προστασία από τους πειρατές. Σήμερα οι επιθέσεις έχουν μειωθεί, αλλά οι μισθοφόροι αντιμετωπίζουν ένα νέο πρόβλημα: την έλλειψη δράσης.
Προκειμένου να διαφυλάξουν εμπορικά πλοία που διέρχονται από την Περιοχή Υψηλού Κινδύνου στα ύδατα ανοιχτά της Σομαλίας, μισθοφόροι προσλαμβάνονται για να αντιμετωπίσουν τον κίνδυνο της σύγχρονης πειρατείας.
Η Βάρδια ξεδιπλώνεται σε τρία κεφάλαια.
Ο νεοσύλλεκτος Γιώργος, έχοντας μόλις ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του, θέλει να εργαστεί στην περιοχή. Πρώτα όμως, θα πρέπει να περιμένει στο λιμάνι του Γκάλε στη Σρι Λάνκα, μέχρι να περάσει το πλοίο με το οποίο θα μπαρκάρει για το πρώτο του ταξίδι.
Ο έμπειρος Κώστας, στο απόγειο της καριέρας του, φεύγει για ένα ακόμα ταξίδι, ελπίζοντας για μια ευκαιρία να αποδείξει επιτέλους την αξία του.
H απογοήτευσή του θυμίζει αυτή του Βίκτορα, ενός βετεράνου ο οποίος, πλησιάζοντας τη σύνταξη, δοκιμάζει την τύχη του στην ξηρά. Ενώ ψάχνει να βρει μια δουλειά γραφείου, παράλληλα αναλαμβάνει να εκπαιδεύσει έναν νεότερο μισθοφόρο.
Οι τρεις ιστορίες μπλέκονται η μία μέσα στην άλλη, ως ένας χαρακτήρας, ο οποίος περνάει τη ζωή του σε βάρδιες, προσδοκώντας την επαφή με τον εχθρό, κάτι που η ίδια του η ύπαρξη καθιστά σχεδόν αδύνατο.
Σκηνοθετικό σημείωμα:
Οι μισθοφόροι που προστάτευαν εμπορικά πλοία από πειρατικές επιθέσεις ανοιχτά της Σομαλίας απασχόλησαν τον διεθνή τύπο για πάνω από μία δεκαετία. Γύρω τους, καλλιεργήθηκε ένας μύθος ο οποίος τους ανέδειξε σε προστάτες, τυχοδιώκτες, ακόμη και ήρωες. Αλλά με το πέρασμα των χρόνων και, σε μεγάλο βαθμό εξαιτίας της παρουσίας τους στην περιοχή, η πειρατεία περιορίστηκε.
Καθώς ο αριθμός των επιθέσεων έπεφτε, το ίδιο συνέβαινε και στον ενθουσιασμό αλλά και τις απολαβές τους.
Έτσι, αυτό που κάποτε έμοιαζε με μυθική περιπέτεια, εξελίχθηκε σε μια δουλειά ρουτίνας.
Οι περισσότεροι που επιλέγουν αυτόν τον κλάδο αποζητούν την περιπέτεια και τη δράση. Το να αντιμετωπίζουν πειρατές είναι μέρος της εκπαίδευσής τους αλλά και απόδειξη του στρατιωτικού τους ήθους. Παραδόξως, όμως, από την αρχή της πειρατείας στη Σομαλία, κανένα πλοίο επανδρωμένο με μισθοφόρους δεν έχει απαχθεί. Υπήρξαν επιθέσεις αλλά πότε με επιτυχία.
Τώρα, μετά από χρόνια στην Περιοχή Υψηλού Κινδύνου, οι απαιτητικές διαδικασίες και τα γυμνάσια μοιάζουν μάταια και οι ατέρμονες βάρδιες ρουτίνα. Η ζωή στη θάλασσα είναι από τη φύση της πνευματικά απαιτητική οπότε, όταν στέκεσαι φρουρός απέναντι σε έναν εχθρό που δεν εμφανίζεται, οι μέρες που περνούν σε βυθίζουν σε μια παράλογη καθημερινότητα.
Καθώς το ραντεβού τους με κάτι ηρωικό απομακρύνεται, η ζωή τους – και παράλληλα όλων μας – χάνεται όπως η άμμος στην κλεψύδρα.
Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, η υπαρξιακή φύση της δουλειάς των μισθοφόρων με έκανε να ανακαλύψω μια άλλη της πτυχή. Σταδιακά, κατάλαβα πως αυτό που
φοβόντουσαν δεν ήταν το να εμφανιστούν οι πειρατές, αλλά, αντίθετα, το ότι μπορεί να μην εμφανιστούν ποτέ.
Αυτόν τον ίδιο φόβο απέναντι στην αδράνεια τον συναντάμε και στη στεριά, στις έντονα στοχοπροσηλωμένες δυτικές μας κοινωνίες. Με φόντο την πειρατεία στη θάλασσα, η Βάρδια αποτυπώνει μία κοινωνία που δεν σταματάει να καλπάζει ατάκτως προς τα κάπου, κάνοντας κύκλους ανάμεσα σε κρίσεις, πολέμους και την προσδοκία της ανάπτυξης, ελπίζοντας διακαώς για κάτι που θα σπάσει αυτό το μοτίβο.